Η διατατική μυοκαρδιοπάθεια (Dilated Cardiomyopathy – DCM) είναι μια κατάσταση κατά την οποία ο καρδιακός μυς, κυρίως η αριστερή κοιλία, διαστέλλεται και εξασθενεί, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αντλήσει αποτελεσματικά το αίμα στο υπόλοιπο σώμα. Επηρεάζει την ικανότητα της καρδιάς να λειτουργεί κανονικά και οδηγεί σε καρδιακή ανεπάρκεια, αρρυθμίες οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε λιποθυμία ή αιφνίδιο καρδιακό θάνατο, θρόμβους αίματος οι οποίοι προκαλούν εγκεφαλικά ή άλλες επιπλοκές. Οι ασθενείς έχουν κακή ποιότητα ζωής με συνεχή κόπωση, δύσπνοια, συχνές εισαγωγές σε νοσοκομείο.
Τι προκαλεί τη διατατική μυοκαρδιοπάθεια
Μπορεί να προκληθεί από διαφορετικούς στον κάθε ασθενή, παράγοντες, όπως:
- Συνηθέστεροι είναι οι κληρονομικοί παράγοντες, λόγω γενετικών μεταλλάξεων που επηρεάζουν τις πρωτεΐνες του καρδιακού μυός.
- Ιοί ή λοιμώξεις (π.χ. Coxsackie B ή HIV)
- Ναρκωτικά ή αλκοόλ σε υπερβολική κατανάλωση.
- Παθήσεις όπως ο υποθυρεοειδισμός ή ο σακχαρώδης διαβήτης.
- Χημειοθεραπευτικά κυρίως φάρμακα αλλά και άλλα που μπορεί να προκαλέσουν καρδιοτοξικότητα.
- Αυτοάνοσα νοσήματα όπως ο λύκος ή άλλες αυτοάνοσες διαταραχές.
Συμπτώματα και διάγνωση της διατατικής μυοκαρδιοπάθειας
Τα συμπτώματα συνήθως περιλαμβάνουν:
- Συνεχές αίσθημα δύσπνοιας και αίσθημα εξάντλησης
- Συσσώρευση υγρών κυρίως στα κάτω άκρα
- Ταχυκαρδία ή ανώμαλο καρδιακό ρυθμό
- Δυσκολία στην πρόσληψη τροφής και απώλεια βάρους.
Απευθυνθείτε άμεσα στον Καρδιολόγο εάν έχετε τα παραπάνω συμπτώματα.
Ο Ιατρός, θα λάβει το ιατρικό σας ιστορικό, θα ακούσει τον καρδιακό ήχο για να ανιχνεύσει ήχους που υποδεικνύουν αρρυθμίες ή καρδιακή ανεπάρκεια. Στο Ιατρείο θα διενεργήσει ηλεκτροκαρδιογράφημα για να καταγράψει τον καρδιακό ρυθμό και να εντοπίσει ανωμαλίες και υπερηχογράφημα καρδιάς (Echo), το οποίο θα αποκαλύψει την ύπαρξη καρδιακής διαστολής και τη λειτουργία των κοιλιών. Θα συνταγογραφήσει βιοχημικές εξετάσεις αίματος. Εάν είναι απαραίτητο, θα ζητήσει Αξονική Στεφανιογραφία ή Μαγνητική Τομογραφία για πιο λεπτομερή εικόνα της καρδιάς.
Για τη μείωση του κινδύνου σοβαρής επιδείνωσης, πραγματοποιείται η θεραπεία των υποκείμενων αιτίων, όπως η υπέρταση ή η διαταραχή του θυρεοειδούς.
Θεραπεία
Η θεραπεία της DCM επικεντρώνεται στην ανακούφιση των συμπτωμάτων, στην επιβράδυνση της πρόοδου της νόσου και στην πρόληψη επιπλοκών με ειδική φαρμακευτική αγωγή.
Εάν η πάθηση έχει προκαλέσει ήδη σοβαρές αρρυθμίες για να αποφευχθεί ο κίνδυνος αιφνίδιου θανάτου παραπέμπει για την τοποθέτηση βηματοδότη ή απινιδωτή.
Σε σοβαρές περιπτώσεις καρδιακής ανεπάρκειας που δεν ανταποκρίνεται σε άλλες θεραπείες, μπορεί να απαιτείται μεταμόσχευση καρδιάς, αλλά η έλλειψη μοσχευμάτων, το καθιστά εξαιρετικά δύσκολο.